Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα βιογραφία. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα βιογραφία. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

29 Δεκ 2012

Η Αλεξάνδρα Παπαδοπούλου στη Θεσσαλονίκη


[Η Αλεξάνδρα Παπαδοπούλου] [...] δέχτηκε την πρόσκληση να αναλάβει τη διεύθυνση του Πρακτικού Παρθεναγωγείου που είχε ιδρύσει στη Θεσσαλονίκη ο ιερομόναχος Στέφανος Νούκας. Ο Νούκας, που το εκπαιδευτικό του έργο έχει ιστορική σημασία για την κοινωνική ανάπτυξη της μακεδονικής πρωτεύουσας, ήταν ιδρυτής προηγουμένως του Παρθεναγωγείου «Η Παλλάς» απ’ όπου είχε αποφοιτήσει η Παπαδοπούλου, πράγμα που σημαίνει ότι ήδη τη γνώριζε και εκτιμούσε τις ιδέες της. Ωστόσο το ότι εκείνη ανέλαβε τη διεύθυνση της Σχολής του Νούκα ίσως δεν ήταν άσχετο με την εν γένει ανάμειξή της στην υπόθεση του Μακεδονικού Αγώνα, μυημένη ήδη παλαιότερα σ’ αυτόν από τον μητροπολίτη Καστοριάς Γερμανό Καραβαγγέλη και διατηρώντας επαφές με τον Ίωνα Δραγούμη.
Η ολιγόμηνη παραμονή της Αλεξάνδρας Παπαδοπούλου στη Θεσσαλονίκη (Ιούλιος 1905-Φεβρουάριος 1906), οφειλόμενη στη ραγδαία επιδείνωση της από καιρό κλονισμένης υγείας της, ήταν το πρελούδιο του τέλους. Παραταύτα, στο διάστημα που εργάστηκε εκεί πρόλαβε να αναμορφώσει ένα μέρος του προγράμματος των μαθημάτων, και επίσης να αφήσει αρκετά τεκμήρια των γόνιμων εκπαιδευτικών της πρωτοβουλιών. Ανάμεσα σ’ αυτές, σημειώνουμε ενδεικτικά ότι εφάρμοσε τη διδασκαλία των αρχαίων ελληνικών από μετάφραση· ότι προώθησε και διεύρυνε τη διδασκαλία των νέων ελληνικών και ότι έκαμψε με την επιμονή της τις επιφυλάξεις ή τις αντιρρήσεις που είχαν οι γονείς και διδάσκοντες για τη συστηματική σωματική άσκηση των κοριτσιών. Ένα μόλις μήνα μετά εισάχθηκε στο Νοσοκομείο του Επταπυργίου της Πόλης, όπου και πέθανε – στις 8 Μαρτίου 1906.

ΑΛΕΞΑΝΔΡΑ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ: Περιπέτειαι μιᾶς διδασκαλίσσης, Στό Μοναστῆρι, Εἰσαγωγή: Ἀλέξης Ζήρας, σελ. 16 επ., Ἐκδόσεις Πατάκη, 2005.






18 Αυγ 2012

Ναι, μας αρέσει ο Αρχέλαος!

Ο γελαστός κύριος του σκίτσου με τα γυαλιά και τα μεγάλα μουστάκια ήταν από τους μεγαλύτερους έλληνες γελοιογράφους. Τον χαρακτήρισαν «Πατριάρχη του γέλιου και Αυλωνίτη της ελληνικής γελοιογραφίας». Στα εξήντα χρόνια της δημιουργικής του παρουσίας έφτιαξε πάνω από 60.000 γελοιογραφίες και χιλιάδες στριπ. Ως πολιτικός γελοιογράφος συνεργάστηκε με πολλές εφημερίδες. 
Υπήρξε βασικός συνεργάτης των κυριότερων οικογενειακών περιοδικών, όπως το Μπουκέτο, ο Θησαυρός, το θρυλικό Ρομάντσο και το Πάνθεον.
Εδώ θα πρέπει να σημειώσουμε ότι την εποχή που δεν υπήρχε τηλεόραση και το ραδιόφωνο ήταν μόνον κρατικό, τα οικογενειακά περιοδικά ήταν μία από τις διασκεδάσεις του κόσμου. Είχαν πλήθος κοινωνικές γελοιογραφίες που σατίριζαν την ελληνική κοινωνία με το απλό και πανέξυπνο χιούμορ που διέθεταν οι ελληνικές ταινίες.
Όσοι γνώρισαν τον Αρχέλαο, θυμούνται έναν ζεστό, ανοιχτόκαρδο και καταδεχτικό άνθρωπο, φίλο με όλους και μεγάλο πλακατζή.



Σελίδες που δημοσιεύτηκε
ΚΛΙΚ

Είχα τη χαρά να γνωρίσω τον Αρχέλαο και να φιλοξενηθώ στο σπίτι του στην Καλλιθέα. Εκείνο το απόγευμα είχα την αίσθηση ότι άγγιξα ένα κομμάτι της ιστορίας. Ο Αρχέλαος είχε διάφορα ντοσιέ που ταξινομούσε προσχέδια, σχέδια και ιδέες για βιβλιαράκια που ήθελε να φτιάξει και θέματα που ήθελε να επεξεργαστεί. Σκιτσάριζε ασταμάτητα. Δεν ήταν ακατάδεχτος σε καμία καινούργια ιδέα.
Κι επειδή οι μεγάλοι έχουν το χάρισμα της προσφοράς, έφυγα από το σπίτι φορτωμένη δώρα. Το τελευταίο δώρο ήταν μια πανέμορφη εικόνα: ο Αρχέλαος και η γυναίκα του αγκαλιασμένοι στην αυλόπορτα αποχαιρετούσαν τον επισκέπτη που έφευγε.


Αν μας αρέσει, λέει!







17 Αυγ 2012

Ποιος είναι ο Μιχαήλ Χουρμούζης;

Υπήρξε αγωνιστής στην Επανάσταση του '21,
συγγραφέας, κωμωδιογράφος, αρθρογράφος,
βουλευτής της αντιπολίτευσης επί Όθωνα,
έμεινε ξεχασμένος για έναν ολόκληρο αιώνα,
για να γνωρίσει αναπάντεχη και δίκαιη επιτυχία
στις αθηναϊκές σκηνές.

Ένας ανώτερος κρατικός υπάλληλος καταλήγει στο συμπέρασμα ότι πρέπει να παίρνει μεγαλύτερο μισθό, γιατί, σύμφωνα με τους υπολογισμούς του, η εβδομάδα έχει οχτώ εργάσιμες μέρες και ο μήνας τριάντα τέσσερις. Παίρνει μολύβι και χαρτί και συντάσσει την αίτησή του προς το Ελληνικό Δημόσιο ζητώντας και τα αναδρομικά.

Ένας κρατικός λειτουργός, που δεν έχει δει ποτέ στη ζωή του καράβι, παίρνει εντολή να φτιάξει τα σχέδια για τα καινούργια καράβια του ναύσταθμου. Ρωτάει έναν καραβοκύρη τι υλικά χρειάζονται, απορεί που δεν χρησιμοποιούνται ασβέστης και κεραμίδια και σχεδιάζει να φτιάξει ένα ωραίο μέρος για περίπατο πάνω στο καράβι, όπου μάλιστα θα φυτέψει και δέντρα.

Ένας υπάλληλος παίρνει γράμμα από τον εξάδελφό του, ο οποίος του ζητά να τον διορίσει ναύαρχο στη μεγάλη λίμνη του Πειραιά, που τη λένε θάλασσα, γιατί αυτός είναι μυλωνάς και ξέρει από ανέμους.

Αυτά και άλλα πολλά συμβαίνουν στις κωμωδίες του Μιχαήλ Χουρμούζη, του ανθρώπου που καυτηρίασε τη διαφθορά της πολιτικής ζωής στα χρόνια του Όθωνα. Ο Χουρμούζης γράφει κωμωδίες για το θέατρο για τον ίδιο λόγο που πήρε μέρος, έφηβος ακόμα, στην Επανάσταση του '21. Για να απαλλαγεί ο τόπος από τους ξένους.
Όταν έφυγαν οι Τούρκοι, ήρθαν οι Βαυαροί. Η κυβέρνηση του Όθωνα κυνηγάει σαν ληστές του αγωνιστές του '21. Η Ελλάδα βρίσκεται στο έλεος των επιτήδειων. Ο Χουρμούζης αφήνει το καριοφίλι και πιάνει την πένα. 
Το 1835 τυπώνει τον «Τυχοδιώκτη», μια ανελέητη σάτιρα και ταυτόχρονα ένα κατηγορώ κατά της διαφθοράς των Βαυαρών. Ένα χρόνο μετά τυπώνει τον «Υπάλληλο», όπου χτυπάει τη γραφειοκρατία και την ξενοδουλεία των Ελλήνων.
Η ίδια ανάγκη, να βοηθήσει τον τόπο του, τον οδηγεί να πάρει μέρος στους πολιτικούς αγώνες. Εκλέγεται δύο φορές βουλευτής, βέβαια με την αντιπολίτευση. Τον Σεπτέμβριο του 1853 εκφωνεί στη Βουλή έναν ιστορικό λόγο στον οποίο αναφέρει με άλλη γλώσσα όσα έχει διακωμωδήσει στα θεατρικά του.
Το 1856 αναγκάζεται να φύγει από την Ελλάδα. Δεν σταματάει το συγγραφικό του έργο. Ανάμεσα στ' άλλα δημοσιεύει μια διασκευή στη δημοτική του Πλούτου του Αριστοφάνη. Το έργο αυτό στάθηκε η αφορμή να ξαναβγεί στο φως ο Χουρμούζης, που για έναν αιώνα απόμεινε λησμονημένος. 
Τον δρόμο άνοιξε ο Κάρολος Κουν, που το πρωτανέβασε με τον ερασιτεχνικό θίασο του Κολεγίου Αθηνών και αργότερα με το Θέατρο Τέχνης. Αφού αρκετοί θίασοι έπαιξαν έργα του Χουρμούζη, επιτέλους, το 1977 ανεβαίνει στη δύσκολη σκηνή του Εθνικού ο «Υπάλληλος».

Οι σελίδες που  δημοσιεύτηκε
ΚΛΙΚ